Skip to main content

μπουνί

Η απόληξη της ανδρικής πρωκτικής κοιλότητας όταν αυτή χρησιμοποιείται για σεξ.
Σου έκανα το μπουνί πηγάδι!
by νιγγερ April 26, 2021
mugGet the μπουνίmug.

Share this definition

Sign in to vote

We'll email you a link to sign in instantly.

Or

Check your email

We sent a link to

Open your email